Τραυλισμός

Ο τραυλισμός είναι διαταραχή στη ροή της ομιλίας, η οποία χαρακτηρίζεται από επαναλήψεις, επιμηκύνσεις και μπλοκαρίσματα.

Ο εξελικτικός τραυλισμός εμφανίζεται κατά διάρκεια της ανάπτυξης του παιδιού και κυρίως σε ηλικία 2-5 ετών.

Το ποσοστό των παιδιών προσχολικής ηλικίας που για κάποιο χρονικό διάστημα εμφανίζουν δυσχέρεια στη ροή της ομιλίας είναι 5%, ενώ έρευνες επισημαίνουν ότι σε ποσοστό 1% ο τραυλισμός έχει παγιωθεί και συνοδεύει τη σχολική και ενήλικη ζωή του ατόμου.

Συναντάται κυρίως στα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια με αναλογία 4 προς 1.

Αίτια

Τα αίτια του τραυλισμού δεν είναι σαφή. Ο τραυλισμός θεωρείται ένα πολυπαραγοντικό φαινόμενο. Οι αιτιολογικοί παράγοντες μπορεί να είναι γενετικοί - κληρονομικοί, καθώς σε ποσοστό 40-60% υπάρχει οικογενειακό ιστορικό και περιβαλλοντικοί.

Άλλοι παράμετροι που μπορεί να επηρεάσουν είναι ο λόγος, η γλώσσα και η προσωπικότητα του παιδιού.

Μπορεί να εμφανιστεί και στους ενήλικες νευρογενής επίκτητος τραυλισμός, μετά από παθήσεις όπως εγκεφαλικό επεισόδιο ή κρανιοεγκεφαλική κάκωση ή ψυχογενής επίκτητος τραυλισμός μετά από κάποιο τραυματικό επεισόδιο.

Συμπτώματα

Ο εξελικτικός τραυλισμός εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του παιδιού και εμφανίζει τα εξής χαρακτηριστικά:

  • Εμφανείς συμπεριφορές, όπου το παιδί κάνει επαναλήψεις ήχων π.χ. « ε-ε-ε-ε-ελα μαμά», συλλαβών «η μπα- μπα –μπάλα έφυγε», μονοσύλλαβων λέξεων «η Μαρία διαβάζει με τη τη τη μαμά» και φράσεων « Ο μπαμπάς – ο μπαμπάς έρχεται» . Επίσης, παρατηρούνται επιμηκύνσεις ηχηρών ή άηχων ήχων π.χ έφαγα φφφφφφαγητό» και μπλοκαρίσματα π.χ. κ…..(παύση)απέλο.

  • Δευτερεύουσες συμπεριφορές, όπου το παιδί εμφανίζει συμπεριφορές διαφυγής και αντιδράει λεκτικά και σωματικά με έντονο κλείσιμο των ματιών, ένταση στους μύες του λαιμού, αύξηση έντασης φωνής και αύξηση ρυθμού ομιλίας. Οι συμπεριφορές αποφυγής, όπου το παιδί όταν νιώθει ότι θα τραυλίσει αποφεύγει καταστάσεις ή λέξεις και το παιδί αντικαθιστά μία λέξη με μία άλλη. Δηλαδή το παιδί αντιδράει στις βασικές – εμφανείς συμπεριφορές του τραυλισμού αποφεύγοντας τις, για να αποφύγει τα επεισόδια τραυλισμού.
  • Τέλος, το άτομο που τραυλίζει παρουσιάζει αρνητικά συναισθήματα και μπορεί να νιώθει ντροπή, φόβο, ενοχές και να έχει αρνητική αντίληψη για τον εαυτό του.

Η αλματώδης ανάπτυξη των γλωσσικών δεξιοτήτων, σε συνδυασμό με περιβαλλοντολογικές και επικοινωνιακές επιδράσεις, μπορούν να οδηγήσουν τα παιδιά σε ηλικία 1,5 – 6 ετών (κυρίως 2 - 3,5 ετών) σε φυσιολογική δυσρυθμία.

Ένα παιδί με φυσιολογική δυσρυθμία, έχει τα εμφανή χαρακτηριστικά του τραυλισμού, όπως επαναλήψεις και επιμηκύνσεις, αλλά δεν εμφανίζει δευτερεύουσες συμπεριφορές, όπως αποφυγή λέξεων , πίεση στη περιοχή του τραχήλου και δεν παρουσιάζει αρνητικά συναισθήματα.

Το παιδί με φυσιολογική δυσρυθμία αργότερα θα έχει φυσιολογική ομιλία. Το παιδί που τραυλίζει εμφανίζει τις εμφανείς συμπεριφορές, οι οποίες είναι πιο συχνές από τη φυσιολογική δυσρυθμία και παραμένουν, με αποτέλεσμα το παιδί να αποκτάει δευτερεύουσες συμπεριφορές και να έχει αρνητικά συναισθήματα.

Πολλά παιδιά που παρουσιάζουν δυσρυθμίες στη προσχολική ηλικία, ξεπερνάνε τις δυσκολίες τους , ακόμη και χωρίς θεραπευτική παρέμβαση.

Οι παράγοντες που ευνοούν την αυθόρμητη ανάρρωση είναι η απουσία ιστορικού τραυλισμού στην οικογένεια, η έναρξη του τραυλισμού πριν τα 3,5 έτη, οι υψηλές φωνολογικές και νοητικές ικανότητες του παιδιού, η διάρκεια του τραυλισμού (εάν τα συμπτώματα του τραυλισμού παραμένουν πάνω από 36 μήνες τότε ο τραυλισμός μπορεί να παγιωθεί).

Ρόλο παίζουν η σοβαρότητα του τραυλισμού και το φύλο, όπου παρατηρείται πιο γρήγορη ανάρρωση στα κορίτσια.

Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν την εξέλιξη του τραυλισμού, όπως είναι η γενικότερη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού, η επικοινωνία και η σχέση των μελών της οικογένειας και η αντίδραση τους στο τραυλισμό, οι απαιτήσεις του περιβάλλοντος, τα γεγονότα που συμβαίνουν στη ζωή του παιδιού.

Διάγνωση

Ξεκινάμε την αξιολόγηση με τη λήψη ιστορικού, το οποίο περιλαμβάνει ερωτήσεις σχετικά με την έναρξη και την εξέλιξη του τραυλισμού, τι κάνει το παιδί όταν τραυλίζει και πότε γίνεται πιο έντονο το φαινόμενο, αν υπάρχει κληρονομικότητα, πως είναι η προσωπικότητα του παιδιού και η σχέση του με τα άλλα παιδιά.

Σημαντικό είναι να ερευνήσουμε την ύπαρξη επιβαρυντικών περιβαλλοντικών παραγόντων. Η παρατήρηση της αλληλεπίδρασης γονέα – παιδιού, μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για την ομιλία του παιδιού και των γονέων, για τη μεταξύ τους επικοινωνία και για τις αντιδράσεις των γονέων στις δυσρυθμίες του παιδιού.

Στη συνέχεια, μέσω παιχνιδιού, συλλέγουμε το δείγμα ομιλίας του παιδιού όπου καταγράφουμε τα είδη και τη συχνότητα των δυσρυθμιών, αν υπάρχουν σωματικές συνοδές συμπεριφορές και αν το παιδί αποφεύγει λέξεις.

Η εξερεύνηση των συναισθημάτων του παιδιού είναι πολύ σημαντική για να δούμε εάν το παιδί έχει αποκτήσει αρνητικά συναισθήματα.

Η εκτίμηση των γλωσσικών ικανοτήτων είναι απαραίτητη. Συνεκτιμώντας τις πληροφορίες που συλλέξαμε πρέπει να αποφανθούμε αν πρόκειται για φυσιολογική δυσρυθμία ή τραυλισμό και ποια είναι η σοβαρότητα του.

Θεραπεία

Η θεραπευτική προσέγγιση είναι εξατομικευμένη και ανάλογη με την ηλικία του παιδιού και τη σοβαρότητα του τραυλισμού.

Σε παιδιά προσχολικής ηλικίας που έχουν οριακό τραυλισμού η θεραπεία είναι έμμεση και γίνεται συμβουλευτική εκπαίδευση στους γονείς, ώστε να μετατραπούν οι περιβαλλοντικές και επικοινωνιακές συνθήκες που μπορεί να επηρεάζουν τον τραυλισμό.

Όταν κρίνεται απαραίτητο γίνεται άμεση θεραπεία και το παιδί παρακολουθεί συνεδρίες με το λογοπεδικό. Η αργή ομιλία, η εύκολη έναρξη φώνησης, η απαλή αρθρωτική επαφή, η αναπνευστική υποστήριξη και ο συγχρονισμός αναπνοής φώνησης είναι μερικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται.